faire des réserves - translation to Αγγλικά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

faire des réserves - translation to Αγγλικά

OBLIGATORY FEATURE IN A GENRE
Scenes á faire; Scenes a faire; Scenes a faire doctrine; Scènes à faire doctrine; Scene à faire; Scene a faire; Scenes à faire

faire des réserves      
express reservation

Ορισμός

laissez-faire
[?l?se?'f?:]
¦ noun a policy of non-interference, especially abstention by governments from interfering in the workings of the free market.
Derivatives
laisser-faireism noun
Origin
Fr., lit. 'allow to do'.

Βικιπαίδεια

Scènes à faire

A scène à faire (French for "scene to be made" or "scene that must be done"; plural: scènes à faire) is a scene in a book or film which is almost obligatory for a book or film in that genre. In the U.S. it also refers to a principle in copyright law in which certain elements of a creative work are held to be not protected when they are mandated by or customary to the genre.

Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για faire des réserves
1. Mais le frein ŕ l‘endettement nous oblige ŕ faire des réserves.
2. Le consommateur n‘a plus besoin de faire des réserves, mais de gagner du temps.
3. Daniel Eskenazi, Zurich Mercredi 7 novembre 2007 Les amateurs de chocolats ont intéręt ŕ faire des réserves.
4. Quand la température chute, les oies se goinfrent comme des malades pour faire des réserves de graisse.
5. Le grand argentier genevois ne pourra plus répondre qu‘il faut encore attendre au banquier Ivan Pictet, qui lui enjoignait l‘automne dernier de faire des réserves en période de haute conjoncture.